Το «Μικρό Ταρανδάκι» τάραξε τα νερά του Netflix, με την τραυματική εμπειρία του Ρίτσαρτν Γκαντ να γίνεται σειρά και να αποκτά μεγάλη απήχηση στο κοινό της πλατφόρμας.
Απαγόρευσα στους γονείς μου να το δουν, αποκαλύπτει ο δημιουργός και πρωταγωνιστής
Το θύμα υπόθεσης stalking από μια γυναίκα, δημιούργησε και πρωταγωνίστησε στη μίνι σειρά για όσα πέρασε από τη stalker του και ανατρίχιασε τους εκατομμύρια θεατές που την παρακολούθησαν. Παρά την επιτυχία της σειράς, ο Γκαντ απαγόρευσε στους γονείς του να δουν το «Μικρό Ταρανδάκι».
Ο 34χρονος εξήγησε σε νέα συνέντευξή του, ότι πληρώνει για το Netflix τους, οπότε θα το μάθει αν το κάνουν. Όπως τόνισε, δεν ήθελε να μάθουν σχεδόν τα πάντα αναφορικά με το τι του συνέβη. «Αν το δουν οι άνθρωποι θα μάθουν σχεδόν τα πάντα για μένα. Μπορεί να κρίνουν, μπορεί να μη συμφωνούν και αυτό εκ φύσεως συνοδεύεται από κάποιο άγχος, αλλά γι’ αυτό υπέγραψα».
Το «Μικρό Ταρανδάκι»
Υποδυόμενος τον εαυτό του ως Nτόνι Νταν, ο Γκαντ εμβαθύνει στην πολυετή παρενόχληση από μια γυναίκα ονόματι Μάρθα, απεικονίζοντας τα δικά του ελαττώματα και τη δική του συνενοχή στην κατάσταση. Παρά την αναγνώριση των λαθών του, έρχεται επίσης αντιμέτωπος με την αλήθεια του παρελθόντος του, συμπεριλαμβανομένης της βίας που υπέστη.
Όλα ξεκίνησαν το 2015, όταν σε μία παμπ του Λονδίνου όπου δούλευε, εμφανίστηκε μία λυπημένη γυναίκα. Χωρίς να έχει χρήματα πάνω της, ο Γκαντ προσφέρθηκε να την κεράσει ένα τσάι. Από εκείνη τη στιγμή, ξεκίνησε ένας εφιάλτης που κράτησε 6 ολόκληρα χρόνια.Όπως αναφέρει ο Γκαντ, στα χρόνια που ακολούθησαν, η Μάρθα του έστειλε 41.071 email, φωνητικά μηνύματα 350 ωρών, 744 tweets, 46 μηνύματα στο Facebook, 106 σελίδες επιστολών και αρκετά περίεργα δώρα. Κάθε email μάλιστα που εμφανίζεται στη σειρά του Netflix, είναι ένα πραγματικό μήνυμα που έλαβε ο Ρίτσαρντ Γκαντ. Η Μάρθα παρενόχλησε επίσης αρκετούς ανθρώπους που ήταν κοντά του, συμπεριλαμβανομένων των γονιών του και μιας τρανς γυναίκας, με την οποία είχε αρχίσει να βγαίνει λίγο πριν ξεκινήσει η εμμονή της Μάρθα μαζί του.
Όταν ο Γκαντ προσπάθησε να πάει στην αστυνομία, ανακάλυψε ότι οι νόμοι γύρω από την παρενόχληση και την κακοποίηση είναι – σύμφωνα με τα δικά του λόγια – «εντελώς ανόητοι». Παρά το γεγονός ότι η σειρά δείχνει ότι τη Μάρθα είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για παρόμοιες κατηγορίες, ο Γκαντ ενημερώθηκε ότι χρειαζόταν συγκεκριμένα στοιχεία για άμεσες απειλές, προκειμένου οι αρχές να λάβουν οποιαδήποτε δράση.
«Ψάχνουν για μαύρο και άσπρο, καλό και κακό, και δεν λειτουργεί έτσι», είχε δηλώσει στον Independent. «Μπορείς πραγματικά να επηρεάσεις τη ζωή κάποιου υπό τις παραμέτρους της νομιμότητας και αυτό είναι κάπως τρελό».
Στην τηλεοπτική σειρά του Netflix, η Μάρθα λαμβάνει τελικά ποινή φυλάκισης εννέα μηνών και περιοριστικά μέτρα διάρκειας 5 ετών. Στην πραγματική ζωή, ο Γκαντ δεν αποκάλυψε ποτέ τις λεπτομέρειες για το πώς επιλύθηκε η κατάσταση πέρα από το γεγονός ότι είχε «ανάμεικτα συναισθήματα» γι ‘αυτό.
Στην ίδια συνέντευξη στον Independent, ο Γκαντ είχε τονίσει: «Το stalking και η παρενόχληση είναι μια μορφή ψυχικής ασθένειας. Θα ήταν λάθος να τη σκιαγραφήσουμε ως τέρας, γιατί δεν είναι καλά και το σύστημα απέτυχε απέναντί της».