Η “Μεγάλη Βρετανία” ο Θεόδωρος Πετρακόπουλος και η ιστορία της Ελλάδας!

Έναρξη

Αφιερωμένο σε μια άγνωστη προσωπικότητα που έλκει την καταγωγή της από την Πάτρα.

Ο λόγος για τον Θεόδωρο Πετρακόπουλο (1880 – 1963), δημοσιογράφο και επιχειρηματία που δραστηριοποιήθηκε στον ξενοδοχειακό κλάδο μέσω του ξενοδοχείου “Μεγάλη Βρεταννία”. Γεννημένος στην Πάτρα, άρχισε να εργάζεται σε νεαρή ηλικία σε πατρινές και εν συνεχεία αθηναϊκές εφημερίδες
για να εγκατασταθεί τελικώς στη Ρώμη, όπου συμπλήρωσε τις ακαδημαϊκές του σπουδές εργαζόμενος παράλληλα ως ανταποκριτής ελληνικών εφημερίδων.

Με την επιστροφή του στην Αθήνα παντρεύτηκε την θετή κόρη του Ευστάθιου Λάμψα, (1849 – 1923), ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου “Μεγάλη Βρεταννία”, αναλαμβάνοντας σε σύντομο χρονικό διάστημα την διεύθυνση του ξενοδοχείου. Παράλληλα ανέπτυξε πολυποίκιλη κοινωνική δράση αναλαμβάνοντας παρασκηνιακές αποστολές ενώ διατηρούσε στενή φιλική σχέση με τους Ιωάννη Ρούφο, Δημήτριο Γούναρη, Ανδρέα Μιχαλακόπουλο και Ελευθέριο Βενιζέλο.
O πρώτος πελάτης χτύπησε το κουδούνι της ρεσεψιόν το 1874, λίγα χρόνια πριν διασταυρωθούν στους διαδρόμους της Μεγάλης Βρεταννίας η ιστορικότητα με τη μεγαλοπρέπεια και τα περίφημα
diners dansants. Ένα παρελθόν, εξίσου πολυτελές με το παρόν, με χαλιά βελούδινα, κρυστάλλινους πολυελαίους και αρωματισμένους ήχους από κρινολίνα που θροΐζουν στις μαρμάρινες σκάλες του.
Δεν είναι μόνο το πλέον εμβληματικό ξενοδοχείο της Αθήνας. Είναι μια διαρκής «γραφίδα». Ένας αληθινός θεσμός και ένας θρύλος, που γίνεται 142 χρονών.

Διαγράφοντας μια τροχιά 142 χρόνων λειτουργίας το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία ακολουθεί την εξέλιξη μιας αγροτικής κυρίως κοινωνίας- μισό μόνον αιώνα από την απελευθέρωση της χώρας από τον τουρκικό ζυγό και την ίδρυση, ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους- σε ένα σύγχρονο κράτος και στη δημιουργία μιας δυνατής αστικής τάξης με ευρωπαϊκό χαρακτήρα. Εξελισσόμενο το ξενοδοχείο γίνεται θεατής της εξέλιξης της πόλης της Αθήνας και της πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας.

Από εκεί εκδόθηκε το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου 1940, το πρώτο ανακοινωθέν του Γενικού Στρατηγείου αναφέροντας τα εξής: «Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 5ης
πρωινής σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους».

Μια ιστορία σαν παραμύθι με πρωταγωνιστή τον Ευστάθιο Λάμψα, ο οποίος το 1878 επιστρέφει στην Αθήνα από το Παρίσι, όπου είχε μεταβεί με την βοήθεια των ανακτόρων για να τελειοποιηθεί στην τέχνη της μαγειρικής. Εργάστηκε στο παρισινό «Maison Doree» και ως «maitre d’ hotel» στο σπίτι του
μεγαλοτραπεζίτη Οπενχάιμ πριν έρθει στην Αθήνα και γνωρίσει τον μελλοντικό του συνεταίρο.
Στην Αθήνα θα φέρει και τη Γαλλίδα σύζυγο του Παλμύρα Παλφρουά. O Οπενχάιμ αλλά και ο βαθύπλουτος Έλληνας του Λονδίνου Παύλος Σκυλίτσης, θείος της Έλενας Βενιζέλου,
εκτιμώντας τις ικανότητες του Λάμψα θα τον ενισχύσουν λίγα χρόνια αργότερα με ένα υπέρογκο δάνειο ύψους 800.000 δραχμών.
Η συνάντηση που καθόρισε το μέλλον της «Μεγάλης Βρετανίας» έγινε το 1879.

Ο 29χρονος Λάμψας γνωρίζεται με τον Σάββα Κέντρο, ιδιοκτήτη ενός μικρού ξενοδοχείου στην περιοχή της Πλατείας Συντάγματος, της «Μεγάλης Βρετανίας». Το ξενοδοχείο του Κέντρου είχε μετακομίσει από το 1873 στο Μέγαρο Δημητρίου, που είχε χτίσει το 1842 ο Αντώνης Δημητρίου,
μεγαλέμπορος από την Τεργέστη. Ο Κέντρος ενθουσιάζεται από την προσωπικότητα του Λάμψα και
τις πρωτοποριακές ιδέες, που έφερε από το Παρίσι. Συνεταιρίζονται, αποκτούν την κυριότητα του κτιρίου, έναντι 600.000 δραχμών, οι χώροι του ξενοδοχείου ανακαινίζονται, με νέες επιβλητικές αίθουσες υποδοχής και με πλήρη ανακατασκευή των δωματίων, καθώς και ανακαίνιση του εξοπλισμού.

Λόγω του ότι η σύζυγος του Λάμψα είναι Γαλλίδα το όνομα «Μεγάλη Βρετανία» αποδίδεται στα γαλλικά: “Grande Bretagne”. Η μεγάλη πελατεία της εποχής είναι Άγγλοι που επισκέπτονται την
Αίγυπτο, το Σουέζ και την Ινδία και κάνουν μια στάση στην Αθήνα για να γνωρίσουν τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό. Απ’ έξω τα μόνιππα σηκώνουν τη σκόνη της σταδιακής μεταμόρφωσης της
Αθήνας σε αστικό κέντρο. Το 1888 ο Κέντρος πεθαίνει και ο Λάμψας αποκτά από τη χήρα
του, έναντι 300.000 δραχμών το μερίδιο της στο ξενοδοχείο. Την ίδια χρονιά το ξενοδοχείο ήταν από τα πρώτα κτίρια της Αθήνας που ηλεκτροδοτήθηκαν. Σε ηλικία 40 ετών γίνεται ο μοναδικός ιδιοκτήτης της «Μεγάλης Βρεταννίας».

Πρώτο του μέλημα να οργανώσει εστιατόριο πολυτελείας. Είναι η αρχή των χρυσών ημερών του ξενοδοχείου που κορυφώνονται με τα περίφημα χορευτικά δείπνα -diners dansants-με ζωντανή
ορχήστρα που μεταμορφώνουν τη νυχτερινή ζωή των Αθηνών. Στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 θα καταλύσουν στη Μεγάλη Βρετανία όλες οι ξένες αντιπροσωπείες και ο Πιέρ ντε
Κουμπερτέν. Η Μεγάλη Βρετάνια αναδεικνύεται ως το καλύτερο ξενοδοχείο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Τη διεύθυνση του ξενοδοχείου αναλαμβάνει το 1910 ο γαμπρός του Λάμψα, ο δημοσιογράφος Θεόδωρος Πετρακόπουλος. Κοσμοπολίτης, είχε χρηματίσει απεσταλμένος αθηναϊκών εφημερίδων σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ξεκινά με τον πεθερό του την εφαρμογή ενός σχεδίου επέκτασης και πλήρους ανακαίνισης του ξενοδοχείου. Το 1919 συστήνεται η «Α.Ε. Ελληνικών Ξενοδοχείων» και
αργότερα προστίθεται και το επίθετο «Λάμψα». Οι έξι κυριότερες τράπεζες που λειτουργούσαν στην Ελλάδα λαμβάνουν μέρος, με την προτροπή της κυβέρνησης, στην κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου της νέας εταιρίας.

Η «Μεγάλη Βρεταννία» παρά τις κατά καιρούς αντιξοότητες – Μικρασιατική καταστροφή, οικονομική δυσπραγία, συνεχείς υποτιμήσεις της δραχμής- αναπτύσσεται συνεχώς. Το 1927 γίνεται η πρώτη επέκταση με πρόσοψη στη Βουκουρεστίου και το 1930 το ξενοδοχείο επεκτείνεται στην οδό Πανεπιστημίου.

Δέκα χρόνια αργότερα η «Μεγάλη Βρεταννία» θα βρεθεί στο επίκεντρο δραματικών εξελίξεων. Τον Οκτώβριο του 1940 το ξενοδοχείο- μετά την εκκένωση από τους πελάτες- γίνεται η έδρα της κυβέρνησης, του βασιλέως, του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και των Συμμαχικών (Βρετανικών) Δυνάμεων.

Οι Γερμανοί τον Απρίλιο του 1941 επιτάσσουν το ξενοδοχείο, όπου εγκαθίσταται το αρχηγείο της Βέρμαχτ. Από το 1940-1945 οι ζημιές στο ξενοδοχείο ήταν πολύ σοβαρές, αλλά όχι ανεπανόρθωτες.
Ξεκινά πρόγραμμα επισκευών και εκσυγχρονισμού και το 1957 κατεδαφίζεται το αρχικό κτίριο της οικίας Δημητρίου, επί της οδού Βασιλέως Γεωργίου, και αντικαθίσταται με ένα επιβλητικό κτίριο, με
νέα δωμάτια, νέα είσοδο, μεγαλοπρεπές λόμπι και άλλες αίθουσες.

Η «Μεγάλη Βρεταννία» αποκτά τη μορφή που έχει σήμερα με 446 δωμάτια, μεγάλες αίθουσες και γίνεται ένα από τα σημαντικότερα ξενοδοχεία της Ευρώπης. Ανατρέχοντας στο παρελθόν η ύπαρξη του ξενοδοχείου, σαφώς μια υπέρβαση για την εποχή, χάρη στη διορατικότητα του Ευστάθιου Λάμψα, δεν βοήθησε μόνο στην εισαγωγή δυτικών προτύπων, στη νέα τότε κοινωνία των Αθηνών, έθεσε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ταξιδιωτικού ρεύματος υψηλού επιπέδου και αποτέλεσε πρότυπο για την εν συνεχεία ανάπτυξη και άλλων ξενοδοχείων.
Ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 το ξενοδοχείο ανακαινίστηκε ριζικά με το κόστος της ολοκληρωτικήςαναδημιουργίας να φτάνει τα 90 εκατομμύρια ευρώ. Δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι ο μύθος του δυτικού κόσμου, η «Μεγάλη Βρεταννία» απλά επιβεβαιώνει τον μύθο της Ελλάδας. 

 
Θεόδωρος Πετρακόπουλος: Ο “Mr. Μεγάλη Βρετανία” δηλώνει άπορος! “Στην εφορία δηλώνω εισόδημα μηδέν” 25.06.2015 Η ζωή του Θεόδωρου Πετρακοπουλου μοιάζει με κινηματογραφική
ταινία χολιγουντιανής κοπής, με έντονα στοιχεία αστυνομικού θρίλερ και μπόλικη χρυσόσκονη αμερικάνικης σαπουνόπερας. Στο περιοδικό Full Life που κυκλοφορεί σε συνέντευξη που
παραχώρησε στον δημοσιογράφο Δημήτρη Γκοσμάνη ο “Mr Grande Bretagne” Θόδωρος (Τεο) Πετρακόπουλος– γόνος μιας εκ των πλουσιότερων και ιστορικών οικογενειών, σήμερα σε μια ομολογία shock, δηλώνει άπορος…
Ένας Βαλκάνιος ήρωας ο “Πεταλούδας” ή στην καλύτερη περίπτωση ο “Φυγάς” έχοντας μια ζωή  πολυτάραχη, στα όρια της νομιμότητας και της παρανομίας… Στα υπερπόντια ταξίδια του στην Αμερική “καταζητούμενος” της  Ιντερπόλ για “μαύρες τρύπες” που άνοιξε στην Ελλάδα, “επικηρυγμένος” εραστής στην ημεδαπή και αλλοδαπή αλλά και στην εσωτερική ελληνική ενδοχώρα για ακάλυπτες επιταγές στον έρωτα. Μπον βιβέρ, κολεγιόπαις, λάτρης του ωραίου φύλου,
γυναικοκατακτητής, έζησε μια μυθική ζωή, δίπλα σε βασιλιάδες και πρίγκιπες, διάσημα ονόματα του διεθνούς τζετ-σετ και κινηματογραφικούς αστέρες. Γόνος μιας από τις πλέον επιφανούς οικογένειας της Αθηναϊκής ελίτ-, κουβαλώντας ένα βαρύ όνομα σαν ιστορία – έμβλημα και σύμβολο μιας  χρυσής εποχής του ιστορικού ξενοδοχείου της Μεγάλης Βρετανίας.

Ο Θεόδωρος Πετρακόπουλος τζούνιορ ή “Τεό” επί το καλλιτεχνικότερο, όπως τον αποκαλούν οι διαδικτυακοί φίλοι του στο FB, αυτοσυστήνεται ως “Mr. grande Bretagne”. Τα ναρκωτικά- οι κόκκινες γραμμές – οι υπόγειες διαδρομές…και τα Μπωντλερικά “Άνθη του Κακού”. Αναμοχλεύει το ένδοξο παρελθόν του, ξύνει πληγές που είναι ακόμη ανοιχτές, βυθίζει ανελέητα το μαχαίρι στη μνήμη σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι που του έστησε η δική του ζωή.  Μια ζωή –μια πορεία στην κόψη του ξυραφιού. Το αρχικό του σχέδιο ήταν να καταφύγει στη Βραζιλία που δεν υπήρχε ο κίνδυνος για  έκδοση υπόδικων αλλοδαπών.
Ποια είναι σήμερα η οικονομική και οικογενειακή σας κατάσταση;
Η οικονομική μου κατάσταση δεν είναι καλή. Θα έλεγα ότι ζω αξιοπρεπώς, από κάποιο εισόδημα που μου έρχεται από την Ελβετία. Είμαι σε διάσταση με την γυναίκα μου, κι έχουμε μια κόρη την Ελένη
που υπεραγαπούμε. Στην εφορία δηλώνω εισόδημα μηδέν.. Από τον καιρό που πέθανε ο πατέρας μου, εγώ κάνω δήλωση μηδενική. Έχω πάρει ήδη από το δήμο χαρτί απορίας , ότι είμαι άπορος.

Ιστορία του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρετανίας»
Η οικία του Αντώνη Δημητρίου, απέναντι από το βασιλικό παλάτι, άρχισε να κτίζεται το 1842.
Αν και το κτήριο εντάσσεται στον πρώιμο νεοκλασικισμό, ο αρχιτέκτονας Θεόφιλος Χάνσεν κατάφερε να «σπάσει» την αυστηρή συμμετρία με μια πιο ελεύθερη οργανική διάταξη των χώρων και με παράλληλη χρήση αναγεννησιακών μορφολογικών στοιχείων. Όταν ο Στάθης Λάμψας, με ξενοδοχειακές σπουδές στο Παρίσι, επιστρέφει με σκοπό να δημιουργήσει ξενοδοχείο εφάμιλλο των ευρωπαϊκών, το «Μέγαρο Δημητρίου», τώρα ιδιοκτησίας Σάββα Κέντρου, στεγάζει τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή.
Το 1873, Λάμψας και Κέντρος συνεταιρίζονται και μετατρέπουν το Μέγαρο σε ξενοδοχείο που αρχίζει να λειτουργεί τον ίδιο χρόνο με το όνομα «Μεγάλη Βρετανία». Σε πέντε χρόνια η «Μεγάλη Βρετανία» ήταν ήδη το καλύτερο ξενοδοχείο της Εγγύς Ανατολής και, ως τους δεύτερους Ολυμπιακούς αγώνες του 1906, είχε αποκτήσει πανευρωπαϊκή φήμη. Ο Θεόδωρος Πετρακόπουλος, γαμπρός του Λάμψα,
αναλαμβάνει το 1909 τη διεύθυνση του ξενοδοχείου. Επί των ημερών του αρχίζουν οι σταδιακές επεκτάσεις, ανάμεσά τους και η προσθήκη μιας νέας πτέρυγας στην οδό Πανεπιστημίου
το 1930. Το 1957 αποφασίζεται η κατεδάφιση της παλιάς πτέρυγας «Petit Palais» και η ανέγερση στη θέση της νέας πτέρυγας σε σχέδια του πολιτικού μηχανικού Κώστα Βουτσινά. Με τη νέα πτέρυγα, το
ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας» θα περιλάμβανε συνολικά 401 υπνοδωμάτια.

Η επέκταση του 1930 προς την Πανεπιστημίου με άλλα ύψη ορόφων, διαφορετική διάρθρωση και κακή μίμηση των άψογων αναλογιών του Χάνσεν, καθώς και η ανέγερση νέου κτηρίου στη
θέση του «Petit Palais» συνετέλεσαν στην ολοκληρωτική παραποίηση του μνημειώδους αυτού έργου, αλλοιώνοντας ριζικά σημαντικό μέρος της ιστορικής και αισθητικής του αξίας.

«Το 1842, όταν ο Βαυαρός αρχιτέκτονας Φρίντριχ Γκέρτνερ ολοκλήρωνε και παρέδιδε στον Οθωνα και στην Αμαλία τα ανάκτορα, τη σημερινή Βουλή, θεμελιωνόταν απέναντι, σε σχέδια του Δανού Θεόφιλου Χάνσεν, η κατοικία του Αντώνη Δημητρίου του Λήμνιου, πλούσιου ομογενούς από την Τεργέστη.
Δώδεκα χρόνια ελευθερίας συμπληρώνονταν για την Ελλάδα και την Αθήνα, μακριά από την οθωμανική κατοχή και επτά χρόνια από την ανακήρυξή της ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους.
Πολλοί ομογενείς και ξένοι έρχονταν είτε σαν επισκέπτες είτε σαν μόνιμοι κάτοικοι.
O Αγγλος ναύαρχος Π. Μάλκολμ είχε εγκατασταθεί εδώ και δέκα χρόνια στη βίλα του, χτισμένη στα χωράφια του «χωρίου Πατήσια». Ηταν η πρώτη μεγάλη έπαυλη στην Αθήνα, το μετέπειτα Ασυλο Νιάτων, στην οδό Αγίας Ζώνης. O Αμερικανός ιεραπόστολος Τζον Ερικ Χιλλ είχε ήδη κτίσει το
απέριττο, κομψό, πρώτο στην Αθήνα σχολείο για κορίτσια, τη Σχολή Χιλλ. Από καιρό είχαν χτιστεί το Νομισματοκοπείο και το Εθνικό Τυπογραφείο, η Αγγλικανική Εκκλησία, από τον αρχιτέκτονα
Σταμάτη Κλεάνθη που έχτιζε τότε τα «Ιλίσια», χειμερινή κατοικία της Δουκίσσης της Πλακεντίας, το σημερινό Βυζαντινό Μουσείο. Είχε μόλις ολοκληρωθεί ένα θαυμάσιο κτίριο, έργο του Κρίστιαν
Χάνσεν, η κύρια πτέρυγα του Πανεπιστημίου». Εχουμε ανοίξει και ξεφυλλίζουμε το βιβλίο της ιστορίας
του ξενοδοχείου «M.B.» που ξεκινά με την άνθηση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους. Και συνεχίζουμε.
«Καλός δρόμος» ήταν η οδός Αδριανού. Εκεί βρίσκονταν οι πρεσβείες της Μεγάλης Βρετανίας, της Ρωσίας, της Τουρκίας και της Ισπανίας, οι κατοικίες των Φίνλεϊ, Τζορτζ και Κινγκ. Ακόμη το
υπουργείο Στρατιωτικών και Ναυτικών. H κατοικία του Αυστριακού πρεσβευτή ήταν μια εξοχική βίλα στην οδό Φειδίου 3, όπου στεγάστηκε αργότερα το Ωδείο Αθηνών. O Γάλλος πρέσβης έμενε στην οδό Πειραιώς, όπου και το μέγαρο του αντιβασιλιά και θείου του Οθωνα, γλεντζέ κόμη Αρμανσμπεργκ.
Πέρα από το Παλάτι και το Μέγαρο Δημητρίου δεν υπήρχαν δηλαδή παρά χωράφια, αμπελώνες και κήποι. Το πολυτελές σπίτι του Δημητρίου δεν κατοικήθηκε για πολύ από την οικογένεια. Δέκα χρόνια περίπου μετά την εγκατάστασή του, ο ιδιοκτήτης έφυγε, το κτίριο, αγορασμένο από την οικογένεια Κλάδου, νοικιάστηκε στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή.
H Αθήνα, αργά αλλά σταθερά, από σκονισμένη το καλοκαίρι και λασπωμένη τον χειμώνα κωμόπολη των 20.000 κατοίκων έπαιρνε την πρέπουσα μορφή πρωτεύουσας.


Χτίστηκε το Αρσάκειο Παρθεναγωγείο, το Βαρβάκειο, σαν πρότυπη τεχνική σχολή, το Οφθαλμιατρείο, το Αστεροσκοπείο, η Μητρόπολη, ο Αγιος Διονύσιος των Καθολικών, συμπληρώθηκε το
Πανεπιστήμιο, χτίστηκε το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο, για την προστασία και επαγγελματική κατάρτιση των κοριτσιών της Αθήνας.
Ήρθε το τέλος των 30 χρόνων της βασιλείας του Όθωνα, ακολούθησε ο καιρός της Μεσοβασιλείας, με συγκρούσεις και οδομαχίες στην πρωτεύουσα. Ένα χρόνο αργότερα, το 1863, όταν ο Δανός πρίγκιπας Γεώργιος γινόταν ο Γεώργιος ο A΄ της Ελλάδος, έφθανε με την οικογένειά του, ένα 11χρονο παιδί, ο Στάθης Λάμψας.
Είχε γεννηθεί στη Ρωσία, όπου ο πατέρας του, χωρικός από τα Καλάβρυτα, είχε μεταναστεύσει. Έκανε οικογένεια και παιδιά, αλλά όχι πλούτη. Γύρισαν στην Ελλάδα από την Οδησσό στην Αθήνα, περπατώντας! O πατέρας άνοιξε ένα παπλωματάδικο και ο μικρός Στάθης μπήκε στην κουζίνα του παλατιού. Έγινε αρχιμάγειρας, ύστερα από θητεία στο MaisoDoree στο Παρίσι. Γνώρισε τον νέο δημοσιογράφο Θεόδωρο Πετρακόπουλο και του ‘δωσε για σύζυγο τη θετή κόρη του Μαργαρίτα.
Πολυτέλεια
Η Αθήνα είχε τρία-τέσσερα ξενοδοχεία, όλα γύρω από την Πλατεία Συντάγματος σε κατάσταση παρακμής. Ένα από αυτά ήταν το «Ξενοδοχείον Μεγάλη Βρετανία» στη γωνία
Καραγεώργη Σερβίας και Σταδίου, με ιδιοκτήτη τον Σάββα Κέντρο.
O Στάθης Λάμψας τού πρότεινε να αγοράσουν μαζί το Μέγαρο, όπου στεγαζόταν η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. O Κέντρος δέχθηκε, με τον όρο να πάρει, όπως κι έγινε, το καινούργιο
ξενοδοχείο, το όνομα του παλιού που θα εγκατέλειπε. Έτσι οι δύο συνεταίροι, συμπληρώνοντας τις περιουσίες τους με 800 χιλιάδες δραχμές δανεικές, ανακαίνισαν το κτίριο και εγκατέστησαν εκεί, το 1874, το ξενοδοχείο «Grande Bretagne».

«H πολυτέλεια που επικρατεί», έγραφε φιλοξενούμενος
περιηγητής, «είναι αξία ιδιαιτέρας περιγραφής. Ποίος θα ηδύνατο να φανταστεί ότι αι Αθήναι, αι οποίαι διατρέχουν το πρώτον στάδιον του βίου των, κατόπιν τόσων χρόνων δουλείας, θα
διέθετον ξενοδοχεία δυνάμενα να δεχθούν βασιλείς και πρίγκιπας;»
Με τον θάνατο του Σάββα Κέντρου, το 1888, ο Στάθης Λάμψας αγόρασε το μερίδιο του συνεταίρου του και ανέβασε ψηλότερα το επίπεδο του ξενοδοχείου του.
Το 1918 ο Πετρακόπουλος αγόρασε το ξενοδοχείο από τον πεθερό του τον Λάμψα, που πέθανε το 1922, όταν η Αθήνα δεχόταν τους πρόσφυγες της Ιωνίας. Εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδες ξεριζωμένοι από τη Μικρά Ασία προστέθηκαν στον πληθυσμό της πρωτεύουσας και τον μπόλιασαν με τον δυναμισμό τους.

Παρά τις εθνικές περιπέτειες, η Αθήνα είχε μεταμορφωθεί σε αληθινή πρωτεύουσα. Έγιναν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896, στο μισοτελειωμένο τότε μαρμάρινο Στάδιο, ο Πιερ Κουμπερτέν έμεινε
στη «Μεγάλη Βρετανία» και υπάρχει φωτογραφία του, όπου φαίνεται το μεγάλο Γκομπλέν της εισόδου, που τώρα στολίζει το ανοικτό μπαρ.
H «Μεγάλη Βρετανία» είχε πια νερό, κεντρική θέρμανση, τηλέφωνο, ασανσέρ και διευθυντή τον Γιώργο Κανέλλο. Εκεί έμεινε η Μεγάλη Δούκισσα Ελένη της Ρωσίας τα τελευταία χρόνια της. Επίσης η Μαίρη Πίκφορντ, που ήθελε ένα δωμάτιο μόνο για τα παπούτσια της. Στη «Μεγάλη Βρετανία» έχουν μείνει προσωπικότητες στο πέρασμα των χρόνων, όπως ο Ρίχαρντ Στράους, ο Αγά Χαν, οι Κένεντι, ο Αϊζενχάουερ, ο Λίντον Τζόνσον, οι Κρουπ και οι Ροκφέλερ, ο Λόρενς Ολίβιε και η Μάργκοτ
Φοντέιν, ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Επίσης ο Χένρι Φόντα, ο Ζισκαρ ντ’ Εστέν, ο Χέλμουτ Σμιτ, ο Μπιγκ Κρόσμπι, ο Πολ Νιούμαν.


Στα 1928-30 η «Μεγάλη Βρεταννία» απέκτησε καινούργια πτέρυγα από τη μεριά της Πανεπιστημίου.
Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου οι ελληνικές αρχές επίταξαν τη «Μεγάλη Βρεταννία» και στους χώρους της εγκαταστάθηκε η κυβέρνηση και το Γενικό Επιτελείο. Στις 28 Απριλίου 1941, ο γερμανικός στρατός κατοχής κατέλαβε τοξενοδοχείο το οποίο οι αξιωματικοί μετέτρεψαν σε επιτελείο της Βέρμαχτ. Εμειναν εκεί ο Γκέρινγκ, ο Χίμλερ, ο Ρόμελ, ώς και ο Χίτλερ πέρασε τον Ιούνιο του ’41. Με την απελευθέρωση του 1944, η «M.B.» έγινε αρχηγείο του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος.
Στα Δεκεμβριανά γίνονται εκεί ελληνοβρετανικές συσκέψεις με την κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου και τους Χάρολντ Μακμίλαν και Αντονι Ιντεν και, τέλος, τον ίδιο τον Ουίνστον Τσόρτσιλ. Πολυβόλα στα παράθυρα και στις εισόδους έδιναν όψηοχυρού.
Πανέτοιμη για τους Ολυμπιακούς 2004
Το 1956 η Αθήνα ανάσαινε και η «M.B.» ψήλωσε κατά τέσσερις ορόφους. Τον Απρίλη του 1967 πέρασαν μπροστά της τα τανκς, και πάλι τον Νοέμβρη του 1973. Εδώ έζησε, μετά τον Ιούλιο του 1974
και για τους πρώτους τέσσερις μήνες της μεταπολίτευσης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και από ένα μπαλκόνι του δεύτερου ορόφου μίλησε στον ελληνικό λαό ο Μακάριος, επιστρέφοντας μετά τον «Αττίλα» στην Κύπρο. O Θεόδωρος Πετρακόπουλος πέθανε το 1963, τη διοίκηση της από το 1919 «A.E. Ελληνικών Ξενοδοχείων Λάμψα» ανέλαβαν ο Περικλής Πετρακόπουλος ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, ο δισεγγονός του Στάθη, Απόστολος Δοξιάδης, ως αντιπρόεδρος και συνδιευθύνων σύμβουλος, γιος της Σοφίας Λάμψα και του γιατρού Θωμά Δοξιάδη.


Κι έτσι φθάνουμε στην Αθήνα του 2003, που ετοιμάζεται να υποδεχθεί την επιστροφή των Ολυμπιακών Αγώνων στον τόπο τους, τον Αύγουστο του 2004. H «Μεγάλη Βρετανία», πιστή στο
ραντεβού με την πρόοδο και με τη γνωστή παράδοση στη φιλοξενία, ανακαινίστηκε εξωτερικά και εσωτερικά, κρατώντας στοιχεία από το πρώτο κτίριο του Χάνσεν – όπως οι ιωνικού ρυθμού κομψές κολόνες που προστέθηκαν στο χολ εισόδου, τα παλιά της έπιπλα, οι πολυέλαιοι, τα ταβάνια από βιτρό, οι πίνακες και τα φωτιστικά της, ενώ συγχρόνως εμπλουτιζόταν με αντίκες, αγορασμένες από τις μεγάλες δημοπρασίες. Γιατί στη «Λάμψα A.E.», που πρόεδρός της είναι ο κ. Maurice Modiano και
αντιπρόεδρος ο κ. Απόστολος Δοξιάδης, έχει μπει και νέο δυναμικό αίμα, οι μεγαλομέτοχοι της HYATT Ελλάς, αδελφοί Πάνος και Αθανάσιος Λασκαρίδης, ο επιχειρηματίας Βασίλης Θεοχαράκης,
καθώς και η οικογένεια Πρίτσκερ των ΗΠΑ.
Για την «Καθημερινή» που, ως ιστορική εφημερίδα, έχει παρακολουθήσει και την πορεία του παραδοσιακού αυτού ξενοδοχείου, πριν ν’ ανοίξουν επίσημα, την Παρασκευή 21
Μαρτίου 2003, οι κρυστάλλινες περιστρεφόμενες πόρτες για το κοινό, οι σημερινοί διευθυντές της έκαναν μια φιλική ξενάγηση στους χώρους υποδοχής, στα σαλόνια, στο Grand Ballroom, εφοδιασμένο με όλες τις τεχνολογικές εξελίξεις, στα υπνοδωμάτια του τρίτου ορόφου, που ήδη δέχθηκαν τους πρώτους πελάτες, με τους παλιούς να έχουν κιόλας μπει σε λίστα αναμονής. Όλοι θέλουν
να ξαναβρεθούν στη νέα, τέλεια και με γούστο ανακαινισμένη «Μεγάλη Βρετανία» που κρατάει όλα τα αρχοντικά στοιχεία της παλαιάς και τη ζεστή αγκαλιά της φιλοξενίας. Στην ταράτσα της δεν θα ‘χει πια σημαίες αλλά roof garden, με πισίνα και απαράμιλλη θέα στην Ακρόπολη. Τον Μάιο θα ‘ναι έτοιμα όλα τα δωμάτια, 290 συνολικά και οι 36 σουίτες. Όπως και παλιά, θα υπάρχει προεδρική και βασιλική σουίτα. Στο υπόγειο θα λειτουργεί πλήρες SPA με πισίνα και τραπεζάκια στο Αίθριο με οικολογικό
φαγητό. Επίσης και στο Winter Garden, ως παράρτημα του ανοιχτού Bar, θα μπορεί κανείς να σερβιριστεί ελαφρό φαγητό συζητώντας. Το Grand Ball Room μπορεί να χωριστεί σε μικρότερες αίθουσες, με συρόμενες, κρυμμένες πόρτες, για δείπνα, διαλέξεις, εκθέσεις, εκδηλώσεις, χορούς. Χαρακτηριστικό ότι υπάρχει πρόγραμμα πολλαπλών φωτισμών, για ένα δείπνο με κεριά ή για χορό με προβολείς! Το δημοφιλές GB Corner έχει αλλάξει. Φιλοξενεί τραπέζια σε άλλη διαρρύθμιση αλλά δεν έχει πάρει ακόμη τελική μορφή. Οι σιδεριές στα μπαλκόνια με τη Σφίγγα και την Άκανθα αστράφτουν. Κι απέναντι η Βουλή των Ελλήνων, με τις σημαίες, δείχνει πως είμαστε στην καρδιά της πρωτεύουσας της Ελλάδας του 21ου αιώνα. Με το ονομαστό ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας» να στέκεται στο ύψος της ιστορίας της, με μια νέα δυναμική προόδου.

Οι περιστρεφόμενες πόρτες με τον θυρεό γυρίζουν, είμαστε μέσα. H ξενάγηση αρχίζει.